Θεσσαλικός Όλυμπος
Νερό, πέτρα και φθινόπωρο
Η νότια διαδρομή του Ολύμπου δεν
είναι η πιο γνωστή. Είναι όμως
αυτή που σε φέρνει πιο κοντά
στη ζωντανή ψυχή του βουνού. Εδώ
δεν ανεβαίνεις μόνο για μια κορυφή·
περπατάς μέσα από δάση οξιάς και
ρεματιές με νερά, συναντάς χωριά που
κρατούν ακόμη τον ρυθμό του κάμπου
και ανοίγεσαι σε οροπέδια με ελεύθερα
άλογα. Ο Όλυμπος είναι το ψηλότερο
βουνό της Ελλάδας (2.917 μ.), ένας
τόπος με περισσότερα από 1.700
είδη φυτών και ενταγμένος από την
UNESCO στα Αποθέματα Βιόσφαιρας.
Κι όμως, όσο μεγαλόπρεπα κι αν
ορθώνονται οι κορυφές του, η εμπειρία
του νότου συνδέεται με κάτι πιο γήινο:
την εναλλαγή ανάμεσα στο ύψος και
το νερό. Γιατί σε λίγη ώρα δρόμου, οι
πλαγιές κατεβαίνουν στον Πηνειό και
στην ακτογραμμή της Λάρισας. Έτσι
μπορείς, την ίδια μέρα, να βρεθείς
από τις ράχες του Σκολιού σε μια
παραλία του Αιγαίου, συνδυάζοντας
την ανάβαση με ένα αναζωογονητικό
μπάνιο.
Ο Όλυμπος αλλιώς
Η ανάβαση από τον νότο είναι
διαφορετική. Δεν έχει την
κοσμοσυρροή της κλασικής διαδρομής
από το Λιτόχωρο ούτε τον χαρακτήρα
του «υποχρεωτικού» άθλου. Ξεκινά
από χωριά όπως τα Καλύβια ή
ο Κοκκινοπηλός —το ψηλότερο
κατοικημένο σημείο του βουνού — και
ανηφορίζει ανάμεσα σε οξιές, νερά και
ράχες που αγκαλιάζουν τον Θεσσαλικό
κάμπο.
Λίγο πιο ψηλά, στον Σπαρμό, το
ιστορικό μοναστήρι του 16ου αιώνα
στέκει σαν κάστρο πνευματικότητας. Η
Μονή υπήρξε κέντρο γραμμάτων, με
χειρόγραφα και μοναχούς που δίδασκαν
κρυφά στα χρόνια της Τουρκοκρατίας.
Σήμερα, με την πέτρινη αυλή και τη
φιλοξενία των μοναχών, είναι μια στάση
που προσφέρει γαλήνη πριν η πορεία
συνεχίσει προς τα σκληρά βράχια.
Από εδώ ξεκινούν δύο διαφορετικές
εκδοχές πορείας: η πρώτη, από τον
Κοκκινοπηλό (1.130 μ.) ή τα Καλύβια
(600 μ.), μπορεί να διαρκέσει πολλές
ώρες μέσα από δάση και ράχες. Η
δεύτερη, πιο σύντομη, ακολουθεί οδικό
δασικό δρόμο από τα Καλύβια ως το
Καταφύγιο Χρηστάκη (2.430 μ.). Τα
10 χιλιόμετρα χωματόδρομου συχνά
γίνονται με τετρακίνητα 4x4, καθώς
είναι η πιο άμεση πρόσβαση για όσους
θέλουν να βρεθούν γρήγορα ψηλά στο
βουνό. Από το καταφύγιο το Σκολιό
(2.904 μ.) προσεγγίζεται σε περίπου
δύο ώρες.
Σκολιό: η κορυφή που γίνεται
ταξίδι
Καθώς η ανάβαση προχωρά, το
βλέμμα συναντά συχνά ελεύθερα
άλογα που βόσκουν στα οροπέδια·
φιγούρες περήφανες που μοιάζουν με
κομμάτι του ίδιου του τοπίου. Κι ακόμα
πιο ψηλά, διάσπαρτα αγριοκάτσικα
σκαρφαλώνουν στις ορθοπλαγιές,
δείχνοντας ότι εδώ οι κανόνες ανήκουν
στη φύση. Είναι εικόνες που κάνουν τον
ορειβάτη να νιώθει πως δεν ανεβαίνει
μόνο βουνό, αλλά εισέρχεται σε έναν
ζωντανό κόσμο, όπου άνθρωποι και
ζώα μοιράζονται την ίδια γη.
Η πορεία φτάνει στις
κορυφογραμμές του Σμέο και περνά
από καταφύγια που κουβαλούν τη
δική τους ιστορία. Το «Χρηστάκη»
(2.430 μ.), από τα παλαιότερα της
νότιας πλευράς, φτιάχτηκε με τη
συνδρομή ντόπιων ορειβατών και
παραμένει σημείο εκκίνησης για όσους
θέλουν να προσεγγίσουν γρήγορα
τις κορυφές. Λίγο πιο ψηλά, στις
Βρυσοπούλες (1.800 μ.), το ΚΕΟΑΧ
λειτουργεί ως βάση εκπαίδευσης
ορεινού αγώνα και χιονοδρομίας,
συνδέοντας το βουνό με μια μακρά
στρατιωτική παράδοση. Δίπλα του
βρίσκεται το μικρό καταφύγιο ανάγκης
«Κώστας Μιγκοτζίδης» (2.350 μ.),
μετονομασμένο το 2006 στη μνήμη του
ορειβάτη και καταδρομέα που χάθηκε
στα Καζάνια. Λιτό, με εννέα κρεβάτια
και μια σόμπα, στέκει σήμερα ως
μνημείο αφοσίωσης και υπενθύμιση ότι
το βουνό απαιτεί σεβασμό.
Από εκεί, το μονοπάτι οδηγεί στον
Άγιο Αντώνιο (2.815 μ.) και καταλήγει
στο Σκολιό (2.904 μ.). Τρίτη ψηλότερη
κορυφή του Ολύμπου, με μοναδική
θέα στον Μύτικα και τις απόκρημνες
δυτικές ορθοπλαγιές του, το Σκολιό
αποδεικνύει ότι εδώ η κορυφή δεν είναι
αυτοσκοπός αλλά αποκορύφωμα ενός
ταξιδιού σπιθαμή προς σπιθαμή.
Στην πορεία, τα Μεγάλα Καζάνια
ανοίγονται σαν πληγές σμιλεμένες
από τον χρόνο και τα χιόνια, μνημεία
δύναμης και απειλής. Κι ο Μύτικας,
συχνά κρυμμένος πίσω από σύννεφα,
ξεπροβάλλει ξαφνικά σαν αποκάλυψη∙
όχι μόνο η υψηλότερη κορυφή της
Ελλάδας, αλλά και η στιγμή που σου
θυμίζει ότι το βουνό σε ξεπερνά πάντα.
Από το Σκολιό, οι πιο έμπειροι
συνεχίζουν στη Σκάλα (2.882 μ.) και, με
κράνος και προσοχή, στην Κακόσκαλα
και τον Μύτικα (2.917 μ.). Η κατάβαση
μπορεί να γίνει από το Λούκι και τα
στενά Ζωνάρια, περάσματα σμιλεμένα
στην πέτρα που απαιτούν σιγουριά και
προσοχή. Έτσι, το μονοπάτι καταλήγει
στο Οροπέδιο των Μουσών — εκεί
Αν στον βορρά ανεβαίνεις στον Μύτικα για να πεις ότι έφτασες, στον Νότο ανεβαίνεις για να ζήσεις. Να δεις τον Όλυμπο σαν τόπο ζωντανό, που ενώνει βουνό, ποτάμι και θάλασσα σε μια εμπειρία ολοκληρωμένη.
όπου ο νότος συναντά τον βορρά και
η διαδρομή κλείνει σαν ένας κύκλος
ολοκληρωμένος.
Ποδηλατώντας στις πλαγιές
Ο Νότιος Όλυμπος όμως δεν είναι
μόνο μονοπάτια. Έχει έναν δικό του
ρυθμό που ταιριάζει στο ποδήλατο.
Η πιο χαρακτηριστική ποδηλατική
διαδρομή ξεκινά από την Καρυά και
κατευθύνεται προς την Καλλιπεύκη
(1054μ.), μέσα από δρόμους που
περνούν ανάμεσα σε δάση οξιάς και
δρυός. Στο χείλος του οροπεδίου,
το ξωκλήσι του Αγίου Νεκταρίου
θυμίζει πως το βουνό συνδυάζει την
πνευματικότητα με τη φύση. Από εκεί,
το μονοπάτι γίνεται σχεδόν επίπεδο
και περνά δίπλα από το οροπέδιο
του Νεζερού — παλιότερα λίμνη
Ασκουρίς που αποξηράνθηκε το 1911
για να δοθούν γαίες σε καλλιέργεια.
Σήμερα μοιάζει με απέραντο λιβάδι
που ξαφνιάζει με την ανοιχτωσιά του.
Το τοπίο δίνει μια αίσθηση ελευθερίας,
σαν να ποδηλατείς πάνω σε φυσική
σκηνή με φόντο τον Όλυμπο.
Από εκεί, η πορεία συνεχίζει με
κατηφορικές φουρκέτες ως τους
Γόννους, στην είσοδο της κοιλάδας
των Τεμπών. Το χωριό απλώνεται
δίπλα στον Πηνειό και υποδέχεται
τους ποδηλάτες με τη φιλοξενία της
πλατείας που αποκτά χαρακτήρα
γιορτής. Σε οργανωμένες εξορμήσεις,
οι γυναίκες του τοπικού συνεταιρισμού
σερβίρουν πίτες και γλυκά
. μια απλή
χειρονομία, που μετατρέπει τον
τερματισμό εμπειρία φιλοξενίας. Από
εκεί, όσοι έχουν αντοχές, μπορούν
να συνεχίσουν 5 ακόμη χιλιόμετρα
ανηφορικά ως τα ιστορικά Αμπελάκια,
αγγίζοντας ταυτόχρονα και τον
Κίσσαβο. Η συνολική διαδρομή αγγίζει
τα 46 χλμ. και αποτελεί έναν πλήρη
κύκλο από τον Όλυμπο ως τα Τέμπη και
πίσω στην ιστορία.
Το φθινόπωρο είναι βέβαια η
καλύτερη εποχή για ποδηλασία
στη φύση του Ολύμπου: τα δάση
βάφονται σε κόκκινο και πορτοκαλί,
η ατμόσφαιρα είναι καθαρή, κι ο
ποδηλάτης μπορεί να κάνει μικρές
στάσεις σε βρύσες, ξωκλήσια και
πλατείες. Εδώ η ποδηλασία δεν είναι
μόνο άθλημα∙ είναι ένας τρόπος να
γνωρίσεις τον τόπο, να συνδεθείς με
τους ανθρώπους του και να δεις τον
Όλυμπο από μια άλλη οπτική γωνία.
Απ’ τους θεούς στους
ανθρώπους
Ο Όλυμπος δεν είναι μόνο κορυφές
και μονοπάτια∙ είναι κι ένας τόπος
όπου οι άνθρωποι άφησαν βαθιά
αποτυπώματα, από τη θρησκεία και την
παιδεία ως το εμπόριο και την τέχνη.
Η Ελασσόνα, με τη μονή Παναγίας
Ολυμπιώτισσας του 13ου αιώνα και
το πέτρινο γεφύρι στον Ελασσονίτη
ποταμό, είναι η «πύλη» του βουνού.
Ο θρύλος για την εικόνα που
μεταφέρθηκε θαυματουργά από
την Καρυά, με το χέρι του βοσκού
να παραλύει και να θεραπεύεται,
δίνει στο μοναστήρι αύρα ιερής
μνήμης. Η Τσαριτσάνη κουβαλά
την Οικονόμειο Σχολή και τον Πύργο
Μάμτζιου, μάρτυρες ενός παρελθόντος
παιδείας και αγώνων. Ο Σπαρμός με
το μοναστήρι του, που ιδρύθηκε τον
16ο αιώνα, στέκει σαν κάστρο της
πνευματικής παράδοσης.
Τα Αμπελάκια, σκαρφαλωμένα στις
πλαγιές της Όσσας, αφηγούνται την
ιστορία του πρώτου συνεταιρισμού
στον κόσμο, της «Κοινής Συντροφίας»
των κόκκινων νημάτων. Στο θρυλικό
αρχοντικό του Γεωργίου Μαύρου ή
Σβαρτς, ενός εκ των εμπνευστών του
Συνεταιρισμού, ζωντανεύει η εποχή
που το κόκκινο βαμβάκι ταξίδευε ως
τη Βιέννη, φέρνοντας πλούτο και
φήμη στην περιοχή. Χτισμένο το 1798,
αναστηλώθηκε το 1965 και έκτοτε
λειτουργεί ως μουσείο. Οι εσωτερικοί
χώροι του είναι γεμάτοι ξυλόγλυπτα,
εντυπωσιακές τοιχογραφίες και
περίτεχνα τζάκια∙ ένα αρχοντικό που σε
ταξιδεύει σε μιαν άλλη εποχή. Η οικία
είναι επισκέψιμη και αξίζει οπωσδήποτε
να τη δει κανείς από κοντά, για να
νιώσει την ατμόσφαιρα της ακμής των
Αμπελακίων.
Το βουνό στο τραπέζι
Η κουζίνα είναι δεύτερος χάρτης του
τόπου. Στην Ελασσόνα, η φέτα ΠΟΠ
και το νιβατό (παραδοσιακό τυρί
που ωριμάζει σε πήλινα δοχεία) είναι
κληρονομιά που κουβαλά αιώνες. Και
μαζί με τα τυριά, έρχεται το κρασί.
Στην Ελασσόνα, διάφορα οινοποιεία
συνεχίζουν τη μακρά οινική παράδοση
με κρασιά Π.Γ.Ε. Στη Ραψάνη, η
«κρασομάνα» των Τεμπών, τρεις
ποικιλίες — ξινόμαυρο, σταυρωτό και
κρασάτο — ενώνονται για να δώσουν
τον περίφημο οίνο ΟΠΑΠ. Το Μουσείο
Οίνου και Αμπέλου αφηγείται τρεις
αιώνες αμπελοκαλλιέργειας, ενώ στην
πλατεία, στην πλατεία σερβίρεται
ακόμη μπρούσκο κρασί, όπως τότε
που ο Μ. Καραγάτσης εμπνεόταν από
τις εικόνες της παιδικής του ηλικίας. Η
ευρύτερη περιοχή φιλοξενεί οινοποιεία
που αναπτύσσουν οινικές διαδρομές,
φιλοδοξώντας να εντάξουν τη Ραψάνη
στους δρόμους του κρασιού της
Στερεάς Ελλάδας.
Στις αρχές Νοέμβρη, η γιορτή
κάστανου στα Αμπελάκια ζωντανεύει
την πλατεία: οι καζανιές βγάζουν τον
πρώτο αχνό, τα τραπέζια γεμίζουν
με πίτες και μεζέδες, κι όλος ο τόπος
γίνεται μια μεγάλη παρέα. Είναι μια
εμπειρία που δίνει άλλο νόημα στη
λέξη «φιλοξενία»∙ μοιρασιά που μυρίζει
αμπέλι και φθινόπωρο.
Κι ο Πηνειός είναι πάντα εδώ,
αργυροδίνης, να κυλάει ανάμεσα
στον Όλυμπο και τον Κίσσαβο,
σχηματίζοντας την κοιλάδα των
Τεμπών. Στις πηγές της Δάφνης και
της Αφροδίτης, στα γεφύρια και στις
εκκλησιές, στα χωριά της κοιλάδας
με τις πλατείες και τα τσίπουρα,
το νερό του ποταμού συναντά το
κρασί της Ραψάνης. Στο Δέλτα, οι
ψαράδες συνεχίζουν να ρίχνουν
δίχτυα σε έναν υγροβιότοπο Ramsar
με περισσότερα από διακόσια είδη
πουλιών, φτιάχνοντας φρίσσες παστές,
τον τέλειο τσιπουρομεζέ. Κι όταν κοιτάς
το ποτάμι να συναντά τη θάλασσα,
καταλαβαίνεις ότι ο Όλυμπος εδώ δεν
είναι μόνο βουνό, αλλά ένας τόπος
ολοκληρωμένος.
Ο θεσσαλικός Όλυμπος δεν μετριέται
μόνο σε μέτρα υψόμετρου. Είναι
μωσαϊκό από κορυφές και χωριά, από
ποδήλατο και τσίπουρο, από μύθο και
ιστορία. Αν στον βορρά ανεβαίνεις
στον Μύτικα για να πεις ότι έφτασες,
στον Νότο ανεβαίνεις για να ζήσεις. Να
δεις τον Όλυμπο σαν τόπο ζωντανό,
που ενώνει βουνό, ποτάμι και θάλασσα
σε μια εμπειρία ολοκληρωμένη.
Προτάσεις
info's
Για τους ποδηλάτες, η διαδρομή
Καρυά–Καλλιπεύκη–Νεζερό–
Γόννοι, με προαιρετική παράκαμψη
στα Αμπελάκια, απλώνεται σε
περίπου 46 χιλιόμετρα. Ο δρόμος
εναλλάσσει άσφαλτο και καλούς
δασικούς, με συνολική ανάβαση
γύρω στα 700–900 μέτρα. Με
4–5 ώρες χαλαρής πορείας και
στάσεων, η εμπειρία γίνεται πιο
πολύ ταξίδι γνωριμίας με τον
τόπο παρά αγώνας αντοχής. Το
φθινόπωρο και η άνοιξη είναι οι
καλύτερες εποχές, όταν τα δάση
βάφονται σε χρώματα και η
καθαρή ατμόσφαιρα αποκαλύπτει
τον Όλυμπο σε όλη του τη
μεγαλοπρέπεια.