Αναστενάρια Αγίας Ελένης

Ο χορός της αγάπης

«Εμείς εδώ δεν ήρθαμε να φάμε και να πιούμε, μόνο σας αγαπήσαμε κι ήρθαμε να σας δούμε…»

Στον οικισμό της Αγίας Ελένης στο Σκουτάρι, μερικά χιλιόμετρα νότια της πόλης των Σερρών, κάτοικοι κι επισκέπτες συνεχίζουν να τελούν ένα ιδιότυπο λατρευτικό έθιμο: τα Αναστενάρια, ένα πανάρχαιο τελετουργικό που έφεραν μαζί τους οι πρόσφυγες από το Κωστί της Ανατολικής Θράκης. Στις 17 του Γενάρη, ανήμερα του αγίου Αθανασίου, αναζητούμε το κονάκι όπου τελείται η σπάνια και τόσο ιδιαίτερη παράδοση που ριζώνει στην αρχαία διονυσιακή λατρεία κι ακόμη πιο βαθιά, έως τα πρωτογονικά στάδια της θρησκείας, όπως διαβάζω στα «Διονυσιακά» της λαογράφου-εθνολόγου δρ Κατερίνας Ι. Κακούρη – μια σπάνια διατριβή επάνω στη λαϊκή λατρεία του σύγχρονου ελληνισμού. Μαζί με τους χωριανούς αλλά και τους δεκάδες επισκέπτες που έρχονται από την Αλεξανδρούπολη, τη Θεσσαλονίκη και τα Γιάννενα αλλά και τη μακρινή Εύβοια, την Αθήνα και την Αργολίδα, γινόμαστε συμμέτοχοι σε αυτό το μυστηριακό δρώμενο που αποβλέπει στην «καλοχρονιά», την υγεία και τη γονιμότητα της γης. Με πίστη και ευλάβεια, οι σύγχρονοι βάκχοι-πυροβάτες μάς παρασέρνουν στην καλοκάγαθη μαγεία τους: την υπέρβαση του νου μέσω του σώμα - τος, την κατάργηση του Εγώ και την ένωση της ψυχής με το Ιερό εντός και εκτός μας. Πόσο δύσκολο να βρεις κατάλληλες λέξεις για να περιγράψεις μια τόσο βιωματική εμπειρία, που καταλύει την επιστημονική γνώ - ση, όπως έως τώρα τη γνωρίζουμε. «Πώς πάτησες στα κάρβουνα χωρίς να καείς;» ρωτάει μάταια ο 6χρονος Γιώργος τους αναστενάρηδες, και απάντηση δεν παίρνει καμία – τέτοια τουλάχιστον που να ικανοποιεί την εύλογη απορία του… Η πυροβασία, παρότι έχει καταγραφεί από αρχαιοτάτων χρόνων και σε διάφορους πολιτισμούς, από τα Βαλκάνια μέχρι τη μακρινή Καραϊβική, δεν έχει ακόμη τεκμηριωθεί επιστημονικά. Κι αν και όλοι ξέρουμε για τις απεριόριστες δυνατότητες του ανθρώπινου νου, παραδόξως δεν είμαστε σε θέση να τις γνωρίζουμε ακόμη. «Η ίδια η γνώση συχνά μας περιορί - ζει», θα μου πει ο Αποστόλης Μαρκά - κης, βιβλιοδέτης από τη Σίνδο, καθώς καπνίζουμε το τσιγάρο μας έξω στο διάλειμμα. «Από τότε που ήμαστε παιδιά, δημιουργεί τον φόβο, καταπατά τη φαντασία, τις δυνατότητές μας… Αν τη στιγμή που πάω να πατήσω, σκεφτώ πως θα καώ, θα επικρατήσει ο φόβος, θα με κρατήσει πίσω και δεν θα το κάνω». Άλλωστε, όπως μου λέει, δεν είναι ούτε υποχρεωτικό ούτε απαραίτητο πως θα συμβεί. «Αφήνεσαι στο παρόν, στη στιγμή, σ’ αυτό που συμβαίνει, δεν σκέφτεσαι και δεν γνωρίζεις εκ των προτέρων τίποτα… Εγώ για χρόνια χόρευα χωρίς να πατάω. Δεν ήμουν έτοιμος ακόμη…» Kι όσο και αν σας φανεί περίεργο, αν αφεθείς σε αυτό το εκστατικό που διαδραματίζεται μπροστά σου, ελάχιστα σε απασχολεί το πώς και το γιατί της πυροβασίας… 

Αν αφεθείς σε αυτό το εκστατικό που διαδραματίζεται μπροστά σου, ελάχιστα σ’ απασχολεί το πώς και το γιατί της πυροβασίας…

«Νιώθεις τη δύναμη να σε τραβάει μαζί της, να σε καλεί στον χορό, είναι αυτό που εγώ αποκαλώ Ιερό…»

Γιατί αυτοί οι άνθρωποι κλαίνε και θρηνούν καθώς αφήνονται στον σπαρακτικό τους χορό, ενώ μαζί τους δακρύζουν κι αρκετοί από τους παρευρισκομένους; Την πρώτη μέρα νιώθω σαν χαμένη… «Όλοι μας χαμένοι νιώσαμε στην αρχή», θα μου πει ο Σίμος Χατζηλίδης, φωτογράφος από την Αλεξανδρούπολη και από τους νεότερους της παρέας, που συμμετέχει στον χορό μαζί με τη σύζυγό του: «Μαζί μου πρωτοήρθε εδώ, εκείνη όμως μπήκε πρώτη», μου αναφέρει. Ο ίδιος βρέθηκε πριν από κάμποσα χρόνια στο πανηγύρι με σκοπό να το φωτογραφήσει. «Δεν κατάφερα να τραβήξω ούτε μία φωτογραφία…» Τα Αναστενάρια, βλέπεις, δεν είναι απλώς ένα θέαμα προς τέρψη ή κατανάλωση και σαφώς δεν είναι για όλους. Είναι ορισμός της μέθεξης και αφορά αυτούς που επιτρέπουν στον εαυτό τους να νιώσουν – μια στάλα έστω πιότερο από τους υπόλοιπους... «Πόσες φορές στη ζωή σου έχεις τη δυνατότητα να καταλύσεις κάθε σκέψη, να καταργήσεις το Εγώ σου αφήνοντας ελεύθερο το σώμα να σ’ οδηγεί σε κόσμους υπερβατικούς;» θυμάμαι να με ρωτά ο Αποστόλης. «Στον έρωτα ίσως, στον διαλογισμό και στην τέχνη», του απάντησα. Πόσο τυχαίο είναι άραγε το γεγονός πως σχεδόν όλοι οι αναστενάρηδες που γνωρίσαμε εδώ βιοπορίζονται από επαγγέλματα που σχετίζονται με τις τέχνες – εικαστικοί, μουσικοί, θεατρολόγοι, αρχιτέκτονες, εργαζόμενοι στην αρχαιολογία… «Καλησπέρα, καλή χρονιά», ο αρχιαναστενάρης και ψυχίατρος κύριος Τάσος Ρέκλος μάς καλωσορίζει στο τριήμερο πανηγύρι. «Ο γύρος του Πάνα», με προλαβαίνει ο Αποστόλης ή, αν θέλουμε να κυριολεκτήσουμε, εδώ «εγείρεται το παν». Κι είναι, όπως δηλώνει εύστοχα, μια εμπειρία παγανιστική σε ό,τι αφορά το σώμα και χριστιανική σε ό,τι αφορά τον νου και την καρδιά... Πόση αλήθεια εμπεριέχει η πρόταση αυτή! Καθώς από τη μία μεριά κορυφαίοι επιστήμονες ανά τον κόσμο χαρακτηρίζουν τα Αναστενάρια ως το τελευταίο απομεινάρι της διονυσιακής λατρείας στη Θράκη, αυτά έχουν δεχτεί την έντονη πολεμική της Εκκλησίας, η οποία μέσω των εγκυκλίων της απέτρεπε τον κόσμο να συμμετέχει σε αυτά χαρακτηρίζοντάς τα αιρετικά και ειδωλολατρικά. Γι’ αυτό και τα παλιότερα χρόνια –όπως και επί Τουρκοκρατίας– λάμβαναν χώρα μυστικά σε πολύ κλειστό κύκλο εντός των σπιτιών. Σε πείσμα, όμως, των αρνητών τους, κατάφεραν να επιβιώσουν προσλαμβάνοντας και αφομοιώνοντας χριστιανικά χαρακτηριστικά χωρίς, από την άλλη, να αλλοιώσουν τα αρχέγονα διονυσιακά τους στοιχεία. Ωδή στη συνέχεια! Επίσημη, ωστόσο, απαγόρευση δεν έχει υπάρξει ποτέ από την Εκκλησία και καθώς πολλοί από τους μύστες διατηρούν στενές επαφές με το Άγιο Όρος, μαθαίνουμε ότι πολλοί αγιορείτες μοναχοί τα αποδέχονται έστω και ανεπίσημα. Το λιτό κονάκι είναι χτισμένο δίπλα σε πηγή απ’ όπου αναβλύζει το αγίασμα κι ένας ένας οι αναστενάρηδες ανάβουν το κερί καλησπερίζοντάς μας με Χρόνια Πολλά. Προσκυνούν με ευλάβεια τις «Χάρες», τις ιερές εικόνες των «παππούδων», όπως αποκαλούν τους αγίους Κωνστανίνο και Ελένη, τους οποίους απεικονίζουν. Ο χώρος θυμιατίζεται και οι συγκεντρωμένοι κάνουν ευλαβικά τον σταυρό τους. Η λύρα ξεκινά το αργόσυρτο τραγούδι με τον παλμό να δίνεται από το νταούλι, που παρασέρνει το σώμα στον ρυθμό του. Είναι σχεδόν αδύνατο να του αντισταθείς! Τραγουδούν όλοι μαζί τα παραδοσιακά επιτραπέζια τραγούδια τα οποία αναφέρονται στα χρόνια της τούρκικης κατάκτησης μαρτυρώντας και τον πατριωτικό χαρακτήρα του πανηγυριού. Για τον Σταύρο Βασδέκη, άλλωστε, λυράρη στα Αναστενάρια της Μαυρολεύκης, το τελετουργικό αυτό δρώμενο δεν είναι παρά μια λειτουργία απόδοσης τιμής, μνήμης και σεβασμού στους προγόνους των Ελλήνων και στο αίσθημα που έτρεφαν αυτοί για την ελευθερία. «Παππούδες είναι οι πρόγονοί μας και τίποτ’ άλλο», γράφει χαρακτηριστικά. Κι είναι γεγονός ότι εκτός των αγίων, «παππούδες» στον κύκλο των αναστενάρηδων αποκαλούνται και όλοι οι προγενέστεροι μύστες. 

Ένας ένας οι αναστενάρηδες ξεκινούν τον χορό τους, με τη διαδρομή του να σχηματίζει νοητά έναν σταυρό. Στο στέρνο τους κρατούν σφιχτά τα ιερά μαντίλια με τα κεντημένα «αμανέτια» των αγίων, από τα οποία αντλούν τη δύναμή τους. Το τζάκι καίει καθ’ όλη τη διάρκεια της τελετής κι η θράκα που θα σχηματιστεί στο τέλος θα απλωθεί σε έναν τάπητα κι από πάνω της –ύστερα από πολλούς κύκλους χορών– θα περάσουν οι μύστες ξυπόλυτοι. Πατώντας εκστασιασμένοι την «ιερά αθρακιά», θα τη σβήσουν εξαγνίζοντας μαζί και το κακό: Στάχτη να γίνει! Κι είναι οπωσδήποτε η κορύφωση του δρώμενου που φέρνει στους μύστες τη λύτρωση και την απελευθέρωση. Είναι επιστημονικά τεκμηριωμένο πως οι αναστενάρηδες διασώζουν έως σήμερα στοιχεία από πανάρχαιες λατρείες κι αν κάποιος έχει εντρυφήσει στο θέμα, εύκολα μπορεί να το αντιληφθεί. Οι ίδιοι όμως φαίνεται πως αποφεύγουν να μιλήσουν γι’ αυτό. Σημασία έχει άλλωστε η ουσία του όλου πράγματος, που είναι αυτή η θεία ένωση με το Ιερό, την ανώτερη δύναμη που τους καλεί παρασέρνοντάς τους στη μυστηριακή αυτή έκσταση. «Ο άγιος με διέταξε να μπω», διαβάζω σε παλιότερες μαρτυρίες, και το ίδιο πάνω κάτω μου απαντούν όλοι τους σήμερα όταν τους ρωτώ για την πρώτη τους φορά. «Νιώθεις τη δύναμη να σε τραβάει μαζί της, να σε καλεί στον χορό, είναι αυτό που εγώ αποκαλώ Ιερό…» μου λέει η Όλγα, εικαστικός σε σχολείο της Θεσσαλονίκης. Τα Αναστενάρια ήρθαν και τη συνάντησαν. Κι ενώ παλιότερα η μύηση στο δρώμενο μεταφερόταν από γενιά σε γενιά –σαν κάποιου είδους κληρονομιά–, οι σύγχρονοι Βάκχοι βρέθηκαν εδώ με κάποια τυχαία αφορμή, παρακολουθούσαν το δρώμενο για χρόνια ως θεατές και κάποια στιγμή ο χορός τούς συνεπήρε μαζί του σαν κάτι το αναπόφευκτο. Έκτοτε κουβαλούν στην πλάτη τους κάποιου είδους χρέος προς τον εαυτό και την ανθρωπότητα. Έτσι το αισθάνεται η Όλγα. Και καθώς τους παρακολουθώ, τους αντιλαμβάνομαι σαν κάποια αλλόκοτα πλάσματα που φορτώνονται πάνω τους ολόκληρο τον πόνο και τα δεινά – το βάρος της ανθρώπινης ύπαρξης, ό,τι μπορεί να σημαίνει αυτό για τον καθένα. Το νιώθεις αυτό το βάρος, το αφουγκράζεσαι και μαζί τους πιάνεις κι εσύ να αναστενάζεις, να το μοιράζεσαι, συμπάσχοντας βιωματικά σ’ αυτό που μπροστά σου διαδραματίζεται –τις ψυχές τους να πάλλονται– χωρίς περιττές προσωπικές σκέψεις να ταλανίζουν άσκοπα τον νου σου. «Χορεύουν για όλο τον κόσμο», θα μου πει ο Παναγιώτης, που έρχεται τα τελευταία χρόνια ανελλιπώς από την Αθήνα και παρακολουθεί τα Αναστενάρια «για να πάει καλά η χρονιά», σαν κάποιου είδους τάμα. «Κι είναι ευνόητο πως όλο αυτό σου γυρνάει πίσω», μου λένε χαρακτηριστικά τα παιδιά: «Η ανταμοιβή είναι άμεση κι αντιληπτή απ’ όλους μας», λένε, ενώ δεν λείπουν και οι ιστορίες για ανθρώπους που μέσα από τη μύηση θεραπεύτηκαν από πολύ σοβαρές ασθένειες. Εδώ, βλέπεις, «ανοίγουμε τις καρδιές μας» –σαν να ακούω τον μύστη Α. Βλάσκο να διαλαλεί χαμογελώντας–, εδώ ανταμώνεις με το μεγαλείο της ύπαρξης… Τα χειμερινά Αναστενάρια συμπίπτουν με τις γιορτές των αγίων Αθανασίου και Αντωνίου και, σύμφωνα με τη βιβλιογραφία, ανάγονται στον «Καλόγερο», το τελετουργικό που διαδραματιζόταν στο Κωστί συμβολίζοντας το τέλος του χειμώνα. Εκτός από την Αγία Ελένη πραγματοποιούνται επίσης στη Νιγρίτα Σερρών και σε πιο κλειστό κύκλο στον οικισμό της Κερκίνης˙ εδώ μάλιστα απαγορεύο-νται οι φωτογραφίες... Τελούνται επίσης στη Μαυρολεύκη της Δράμας, στο Μελίκι της Βέροιας, στον Λαγκαδά της Θεσσαλονίκης αλλά και σε αρκετά χωριά της Βουλγαρίας. Τα επίσημα, μεγάλα Αναστενάρια γίνονται στις 21 Μαΐου, ημέρα γιορτής των αγίων Κωνσταντίνου και Ελένης, συμβολίζοντας το τέλος της άνοιξης. Μέχρι πρόσφατα, περιλάμβαναν και θυσία ζώου, το λεγόμενο κουρμπάνι, μετά όμως από διαμαρτυρίες φιλοζωικών ενώσεων, αυτό έχει πλέον απαγορευτεί. Τα μεγάλα Αναστενάρια λαμβάνουν χώρα έξω στο ύπαιθρο, προσελκύοντας πλήθος θεατών. «Φυσικά και θέλουμε τον κόσμο να συμμετέχει. Είναι πολύ σημαντικό ώστε να μπορέσει να διατηρηθεί και να συνεχιστεί η παράδοση, όμως όλη αυτή η πολυκοσμία σίγουρα δεν μας διευκολύνει», μου αποκαλύπτουν οι μύστες για το τελετουργικό, που απαιτεί από αυτούς αυτοσυγκέντρωση κι επαφή με τον βαθύτερο εαυτό. «Ένα μόνο βλέμμα μπορεί να σε πετάξει έξω», θα μου πει χαρακτηριστικά ο Αποστόλης· γι΄ αυτό, παρότι αισθάνονται την παρουσία των θεατών αλληλεπιδρώντας μαζί τους, δεν τους κοιτούν ποτέ κατάματα. Πόσο δύσκολα λοιπόν μπορεί να είναι γι’ αυτούς τα εκατοντάδες «αδιάκριτα» βλέμματα, οι κάμερες, τα κινητά κι ανάμεσά τους άνθρωποι που δεν σέβονται αυτό που συμβαίνει εδώ… «Σαφώς και δεν είναι τουριστική ατραξιόν. Ήταν αναγκαίο ωστόσο το πανηγύρι να ανοίξει», συμπληρώνει ο Σίμος, «για να δείξουμε επιπλέον ότι δεν συμβαίνει κάτι το μεμπτό εδώ, όπως μπορεί να ακούγεται, το αντίθετο μάλιστα, ελάτε να το διαπιστώσετε!» Το τριήμερο πανηγύρι ολοκληρώνεται με το «τραπέζι του παππού», το γεύμα που μαγειρεύουν οι μαγείρισσες στην κουζίνα δίπλα στο κονάκι. Θα κεραστούμε στραγάλια, σταφίδες και σοκολατάκια που έχουν προσφέρει οι χωριανοί από τα σπίτια απ’ όπου και περνάει η λιτανεία των εικόνων κάθε απόγευμα. Σε κύκλο, κατάχαμα στο χαμηλό τραπέζι, οι μύστες θα μετρήσουν τα χρήματα που έχουν συγκεντρωθεί από τους πιστούς, ώστε να μπορέσει το κονάκι να καλύψει τα έξοδά του. Θα σερβίρουν σε όλους μας πεντανόστιμο λαχανόρυζο παρέα με ψωμί και φετούλα, κι από το μπουκάλι που γυρνά θα πιούμε από μια γουλιά ούζο. Έπειτα θα μας πλύνουν τα χέρια, οι εικόνες θα βγουν σε προσκύνημα κι όλοι μαζί με αναμμένα τα κεριά, παρέα με τη λύρα και το νταούλι, ακολουθούμε τη λιτανεία ως τα δύο σπίτια του οικισμού όπου και φυλάσσονται κάθε βράδυ, όλο τον χρόνο. Πίσω στο κονάκι όλοι μαζί μια αγκαλιά θα χορέψουμε σε κύκλο – φιλιά, γέλια, αγκαλιές και ευχές για Χρόνια Πολλά. «Να έχετε εμπιστοσύνη…» ηχούν ακόμη μέσα μου τα λόγια του αρχιαναστενάρη. «Κρατήστε ανοιχτά τα φυλλοκάρδια σας ώστε να νιώσετε το άγγιγμα και τη ζεστασιά του Παππού. Να σας έχει καλά και να σας οδηγεί στον σωστό δρόμο. Στον δρόμο που είναι δύσκολος, θέλει υπομονή και κόπο, μόνον έτσι όμως μπορούμε να φτάσουμε στον μπαξέ που ετοίμασε για μας κι έχει γαλήνη και αγάπη…» Καλή αντάμωση! Ευχαριστούμε τον πρόεδρο της Ένωσης Ξενοδόχων Νομού Σερρών κ. Χρήστο Κωνσταντινίδη για την εξαιρετική φιλοξενία στο πολυτελέστατο Elpida Resort & Spa (www.elpidahotel.eu) – την καλύτερη επιλογή διαμονής στην πόλη των Σερρών.

Προτάσεις

0
Shares

Σας αρέσει το site μας?

Ακολουθήστε μας στα social και δεν θα το μετανιώσετε...

0
Shares